Ο executive chef του εστιατορίου Salonica (Μακεδονία Παλλάς) για τη γαστρονομία της Θεσσαλονίκης.
Ο Σωτήρης Ευαγγέλου ήταν, είναι και θα είναι ο σερ της θεσσαλονικιώτικης γαστρονομίας. Σαράντα χρόνια στο κουρμπέτι και πολύ πολύ καιρό πριν γίνει τάση και κλισέ η «πειραγμένη δημιουργική ελληνική και μεσογειακή κουζίνα», ο Ευαγγέλου διακόνησε και δόξασε την ταπεινότητά της, συμπυκνώνοντας, σε μια κουζίνα που φέρνει ατόφια την υπογραφή του, τις μνήμες του και τις μνήμες μας από οικογενειακά τραπέζια, συνευρέσεις σε εκλεκτά ζυθεστιατόρια, σούβλες χασαποταβερνιακές και ουζάκια παρά θίν’ αλός με μεζεκλίκια σπέσιαλ.
Η μακεδονική, κατά βάση, τέχνη του αντλεί από ένα ευρύ τόξο αναφορών και γευστικών αναμνήσεων που την ορίζουν τα καζάνια, τα τσίπουρα και οι μεζέδες της πατρίδας του (χαίρε, Τύρναβε με τα ωραία σου). Αλλά όσο ανεβαίνουμε ακόμα πιο πάνω και φθάνουμε προς Θεσσαλονίκη και Άγιον Όρος, οι εντοπιότητες της Βόρειας Ελλάδας μπερδεύονται ακόμα καλύτερα με τις μνήμες από Κυριακές στον Έβρο και τη Θράκη έως τη Φλώρινα και τις Πρέσπες με τα πέριξ και τα ωραία τους. Τα κατσαρολάτα κολοκυθάκια με κιμά, το αρνάκι ή κοτόπουλο με πατάτες, το χοιρινό με λάχανο και φασόλια ή λεμονάτο με ρύζι, η βραστή γίδα με τραχανά, τα γεμιστά που τους κοτσάρει μια φέτα και άντε γεια, συν τα μπριάμ, τα παπουτσάκια με κιμά και τα μοσχαράκια με μπάμιες, τις αγιορείτικες μελιτζάνες και τα σπετζοφάγια, κανένας δεν τολμούσε να τα περάσει στην αιωνιότητα εκείνα τα χρόνια της χλιδής, που το έθνος προσκυνούσε nouvelle cuisine και fine dinning παραμυθίες.
Αλλά ο Σωτήρης Ευαγγέλου, που πάντα πίστευε στην ελληνική κουζίνα και τις ανά την ενδοχώρα μοναδικές και αυθεντικές συνταγές και ιδιαιτερότητες, ποτέ δεν έκανε πίσω, εξού και η ανταμοιβή του: δεν υπάρχει βραβείο που να μη σήκωσε αλλά και φήμη, και αυτό είναι πολύ μεγάλη υπόθεση και τιμή για ένα παιδί που από τη Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων έφτασε να φοιτά στη Σχολή του Alain Ducasse και από εκεί στρατιώτης στις μπριγκάδες του μέγα Γάλλου στην Προβηγκία, τη Μασσαλία και το Μονακό.